Caterpillar$501526$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Caterpillar$501526$ - translation to ελληνικό

SPECIES OF PLANT
Caterpillar Phacelia; Caterpillar Scorpionweed; Caterpillar phacelia; Caterpillar scorpionweed
  • Closeup of flower.

Caterpillar      
n. ερπύστρια, μεγάλος τροχός με διευρυμένο πέλμα ελαστικού, κάμπια

Ορισμός

Caterpillar
·noun A plant of the genus Scorpiurus, with pods resembling caterpillars.
II. Caterpillar ·noun The larval state of a butterfly or any lepidopterous insect; sometimes, but less commonly, the larval state of other insects, as the sawflies, which are also called false caterpillars. The true caterpillars have three pairs of true legs, and several pairs of abdominal fleshy legs (prolegs) armed with hooks. Some are hairy, others naked. They usually feed on leaves, fruit, and succulent vegetables, being often very destructive, Many of them are popularly called worms, as the cutworm, cankerworm, army worm, cotton worm, silkworm.

Βικιπαίδεια

Phacelia cicutaria

Phacelia cicutaria, with the common names caterpillar phacelia or caterpillar scorpionweed, is an annual species of Phacelia.

It is native to California, southern Nevada, and Baja California. It grows mainly in chaparral habitats, frequently in burnt areas or on rocky slopes.